Χρήσιμες συνδέσεις
- Πληροφοριακά Στοιχεία
- Κατηγορία: Αρθρα
Η ΣΧΕΣΗ ΑΝΘΡΩΠΟΥ-ΧΡΟΝΟΥ ΣΤΑ ΓΗΡΑΤΕΙΑ
Του ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΣΑΜΑΡΑ*
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Μακεδονία (Θεσσαλονίκη) 22/9/1999
Καταφύγιο στη ρουτίνα βρίσκουν οι ηλικιωμένοι για να «πολεμήσουν» τη φυσιολογική φθορά, όπως επισημαίνει ο κλινικός ψυχολόγος Απόστολος Σαμαράς –
Σπάνια οι ηλικιωμένοι προσγεύγουν στην ψυχολογική υποστήριξη.
Κάθε άτομο είναι υποχρεωμένο ν’ αντιμετωπίσει μια εμπειρία, την εμεπιρία του ζην, και ένα πρόβλημα, το πρόβλημα του υπάρχειν. Εδώ υπεισέρχεται η υπαρξιακή διάσταση αυτής της ανθρώπινης κατάστασης. Τα γηρατειά αλλάζουν τη σχέση του ανθρώπου με τον χρόνο και επομένως τη σχέση του ανθρώπου με το χρόνο και επομένως τη σχέση του με τον κόσμο και την ιστορία του και γενικότερα τη σχέση του με την πραγματικότητα.
Η σχέση αυτή με την πραγματικότητα είναι ούτως ή άλλως διπλά προβλημαατική, επειδή κάθε άτομο έχει αυταπάτες τόσο για τον εσωτερικό όσο και για τον εξωτερικό του κόσμο. Η εξερεύνηση λοιπόν ενός προσανατομισμού συνιστάται μέσω της σχέσης του με τους άλλους. Τούτο σημαίνει ότι το άτομο προσσπαθεί να σχηματίσει μια εικόνα για το τι είναι από τον τρόπο με τον οποίο τον βλέπουν οι άλλοι. Είναι μια εικόνα ασαφής, παρ’ όλα αυτά βεβαιώνει το άτομο για την ταυτητα του.
Αυτό συμβαίνει με τα παιδιά που αισθάνονται ότι τα αγαπάμε από τη δική μας συμπεριρορά απέναντι τους. Είναι μια αντανάκλαση του εαυτού τους στην οποία αρέσκονται και προσαρμόζονται. Στην εφηβεια η εικόνα αυτή διασπάται και το άτομο δεν ξέρει αμέσως με τι να αντικαταστήσει. Παρόμοιος δισταγμός και αβεβαιότητα εμφανίζονται όταν ο άνθρωπος βρίσκεται στο κατώφλι των γηρατειών. Υπάρχει όμως μια μεγάλη διαφορά: ο έφηβος καταλαβαίνει πως περνάει μια μεταβολική περίοδο, το σώμα του τον βασανίζει. Το ηλικιβωμένο άτομο ΄΄όμως νιώθει τα γεράματα διαμέσου των άλλων, χωρίς να έχει ζήαει το ίδιο σημαντικές αλλαγές. Βαθιά μέσα του δεν δέχεται την ετικέτα που του έχουν κολλήσειο και δεν ξέρει ποιος είναι, ενώ πολλές φορές μπορούμε να μιλήσουμε γιακρίση ταυτότητας.. Ακόμη, το υποσυνείδητο του, αλλά αρκετά συχνά και το συνειδητό του, δεν γνωρίζει τα γηρατειά και εμμένει στην ψευδαίσθηση της αιώνιας νιότης.
Όταν αυτή η εικ.ονα καταστραφεί, προκαλεί συχνά τραυματισμό του ναρκισσισμού και οδηγεί πολλές φορές σε ψυχοπαθολογικές καταστάσεις.
Βέβαια δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι σε κάθε περίπτωδη η εικόνα που δημιουργεί το άτομο για τον εαυτό του φιλτράρεται από το προσωπικό του παρεθόν, την ιστορία του και την συνειδητή μνήμη του.
Ο ηλικιωμένος προσπαθεί να προστατευτεί και οι διάφορες συμπεριοφ΄ρες που υιοθετεί θα πρέπει σαν πλειοψηφία τους να εξηγηθούν σαν μορφές άμυνας. Θα αναφέρω μερικές από αυτές: η ευάλωτη και μειονεκτική θέση του ηλικιωμένου, τόσο απέναντι στη σχέση με το ίδιο του το σώμα όσο και στη σχέση του με τους άλλους, του τροφοδοτούν την ανασφάλεια του, η οποία με τη σειρά της θα δημιουργήσει εξάρτηση. Στην προσπάθεια του ν’ αμυνθεί, θα συγκεντρώσει στοιχεία εξουσίας, όπως χρήμα, τίτλους ιδιοκτησίας, αξιώματα, ρόλους, τα οποία κρατεί και διαφυλάσσει για τον ίδιο.
Διαφαίνονται εδώ καλύτερα οι σχέσεις συμφέροντος, που πλέον αρχίζουν να συνειδητοποιούνται και από τα άτομα του άμεσου αλλά και του έμμεσου περιβάλλοντος του ηλκιωμένου (τσιγκουνιά).
Καταστάσεις γνωστές στους περισσότερους από εμάς, οι οποίες έρχονται να τροποποιήσουν, και να αλλοιώσουν πολλές φορές, τις σχέσεις με το ηλκιωμένο άτομο.
Άλλο κοινό χαρακτηριστικό των ηλικιωμένων ατόμων είναι ότι βρίσκουν καταφύγιο στη συνήθεια, στη ρουτίνα όπως θα λέγαμε, δηλαδή σε μια αναπαραγωγή πράξεων της προηγούμενης μέρας, ακολουθώντας ταυτόχρονα μια αυστηρότητα προγράμματος. Έτσι το ηλικιωμένο άτομο αποκτά καθημερινά καθήκοντα και σκοπούς που για εκείνο αποκτούν τη μορφή υποχρεώσεων. Ο ρόλος αυτής της συνήθειας είναι πολύ σημαντικός, γιατί ο ηλικιωμένος φοβάται την αλλαγή, επειδή νομίζει ότι δεν θα μπορέσει να προσαρμοστεί σ’ αυτήν, με αποτέλεσμα να μην τη βλέπει σαν διέξοδο και σαν μια καινούρια ευκαιρία, αλλά μόνο σαν διακοπή των σχέσων με το παρελθόν. Επειδή, δεν κάνει τίποτε, αναγνωρίζει τον εαυτό του στο ρυθμό και στο πλαίσο της προηγούμενης ζωής του. Διακόπτοντας τη σχέση του με το παρελθόν, αποσπάται από την ίδια του την ύπαρξη.
Πολλές φορές όμως δημιουργούνται επίμονες συνήθειες (θα λέγαμε γεροντικές παραξενιές), όπως για παράδειγμα ο ηλικιωμένος ταράζεται και αγανακτεί επειδή η εφημερία του δεν έχει έλθει στη συγκεκριμένη ώρα.
Αν κυριαρχήσουν όμως τέτοιου είδους συνήθειες, το άτομο φυλακίζει τον εαυτό του και οδηγείται σε ψυχοπαθολογικές καταστάσεις.
Συμπερασματικά, βλέπουμε ότι τα στοιχεία εξουσίας και η συνήθεια δίνουν στον ηλικιωμένο ένα είδος οντολογικής ασφάλειας. Ξέρει ποιος είναι και αυτό τον προστατεύει από το γενικό άγχος. Αυτή η ασπίδα κατά του άγχους πολλές φορές αποδεικνύεται επιζήμια, γιατί απομονώνει το ηλικιωμένο άτομο, ιδιαίτερα δε η συνήθεια γίνεται επιζήμια γιατί με την ιδέα ότι θα πρέπει να τη σταματήσει, νιώθει το τέλος της ύπαρξής του, τον θάνατο. Πραγματικά, πολλοί ηλικιωμένοι εξαπίας τέτοιων καταστάσεων έχουν οδηγηθεί στην απόγνωση.
Μια άλλη άμυνα που υιοθετεί το ηλικιωμένο άτομο είναι η απώθηση μέρους ή του συνόλου της πραγματικότητας (όπως στην ψύχωση). Το άτομο απωθεί αποτελεσματικά και μέσω της συνήθειας δεν βλέπει ή δεν ακούει ή δεν προσέχει, και έτσι κοιμάται ήσυχα.
Η απώθηση αποτυγχάνει συχνά και έτσι η απωθημένη κατάσταση επανέρχεται. Εδώ ανήκουν διάφορες μορφές ψυχαναγκαστικής νεύρωσης, υστερίας και φοβίας.
Θα ήθελα να προσθέσω όπ η ανάπτυξη νευρώσεων και ψυχώσεων στην τρίτη ηλικία ευνο
είται τόσο από την υπαρξιακή και σεξουαλική κατάσταση των ηλικιωμένων όσο και από το γεγονός ότι τα άτομα αυτά είναι σωματικά ευαίσθητα και κοινωνικά περιθωριακά.
Συνεχίζοντας θα ήθελα να παρατηρήσω ότι υπάρχει και ένα άλλο σύνολο συμπτωμάτων, που στην πραγματικότητα αποτελούν μορφές άμυνας κατά μιας ανυπόφορης κατάστασης. Όπως λοιπόν προανέφερα, μία από τις μεγαλύτερες δυσκολίες του ατόμου είναι η διατήρηση της αίσθησης της ταυτότητας. Και μόνο το γεγονός όπ ο ηλικιωμένος ξέρει πως είναι γέρος, τον μεταμορφώνει σε κάποιον άλλον, που την ύπαρξή του δε μπορεί να συνειδητοποιήσει. Επιπλέον έχει χάσει το ρόλο του στην κοινωνία. Δεν έχει πια με τι να ταυτιστεί. Όταν δεν ξεπεραστεί η «κρίση ταυτότητας», γεγονός που συμβαίνει συχνά, ο ηλικιωμένος παραμένει σε κατάσταση σύγχυσης και ανησυχίας.
Για να ξεπεράσει το ηλικιωμένο άτομο αυτές τις καταστάσεις, θα πρέπει να αποδεχθεί την απώλεια του αντικειμένου που έχασε, δηλαδή τη νεότητά του και ό,τι σήμαινε τούτο γι’ αυτόν, ακολουθώντας την αναγκαία ψυχική εργασία του πένθους.
Το πένθος είναι μια αισθηματική αντίδραση στην απώλεια αντικειμένου, το οποίο απαιτεί από το άτομο να αποσύρει την επένδυση που έχει κάνει στο ήδη χαμένο ανηκείμενο και να αποχωριστεί από αυτό. Το πένθος έχει σαν σκοπό ν' ανοίξει το δρόμο για μια καινούργια μελλοντική επένδυση. Κανένα άτομο δεν αποκτά διαφοροποιημένο ψυχισμό, αν δεν ζήσει επανειλημμένα την εμπειρία του πένθους. Η εμπειρία αυτή είναι συγχρόνως η ένδειξη ότι έχει ξεπεράσει το άγχος. Αν το άγχος διατηρείται
παρά το πένθος, τότε έχουμε την περίπτωση της μελαγχολίας και της κατάθλιψης.
Η μελαγχολία είναι μια κατάσταση που βιώνεται σαν αίσθημα ψυχικού πόνου και διακρινε- ται από επιβράδυνση και αναστολή των διοικητικών και ψυχοκινητικών λειτουργιών. Αν και ο μελαγχολικός δεν έχει χάσει κανέναν, συμπεριφέρεται σαν να πενθεί κάποιον. Στην πραγματικότητα πενθεί το χαμένο του ΕΓΩ. Αυτές οι καταστάσεις είναι συνηθισμένες στην τρίτη ηλικία, επειδή πολλές φορές μια καινούργια μελλοντική επένδυση είναι δύσκολη, αν όχι ακατόρθωτη.
Το μέλλον είναι κλειστό, το άτομο δεν έχει καμιά παρόρμη- ση προς τα εκεί, γιατί το βλέπει μονο σε σχέση με τον θάνατο. Διαφαίνεται έντονα εδώ και η ανάγκη εξοικείωσης του ηλικιωμένου με το θάνατο, που οφείλει να ανπμετωπίσει σαν μια αναπόφευκτη πραγματικότητα.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ακόμη ότι τα γηρατειά είναι ένα βιολογικό φαινόμενο. Έτσι το όλο πρόβλημα περιπλέκεται με τη στενή αλληλεξάρτηση όλων αυτών των στοιχείων. Σήμερα ξέρουμε πως δεν έχει νόημα να εξετάζουμε χωριστά την οργανική και χωριστά την ψυχολογική πλευρά, γιατί η μία κυβερνά την άλλη. Η σχέση αυτή διαφαίνεται πολύ καθαρά στα γεράματα, όπου και απαντιόνται συχνότερα τα ψυχοσωματικά συμπτώματα.
Η επίσημη ωστόσο παροχή ψυχολογικής βοήθειας στους ηλικιωμένους είναι σχεδόν ανύπαρκτη. Το χάσμα ανάμεσα στην ανάγκη και την κατάλληλη φροντίδα καλύπτεται συχνά με αμφίβολα και ελλιπή μέσα, όπως βαριές φαρμακευτικές αγωγές.
Για να αντιμετωπίσουν τα ηλικιωμένα άτομα τις έντονες καταστάσεις, τα προβλήματα συμπεριφοράς και προσαρμογής, τα θέματα που τους απασχολούν, μπορούν να επωφεληθούν από την ψυχολογική υποστήριξη, πράγμα που σπάνια κάνουν, μη γνωρίζοντας σχεδόν τίποτε για την ψυχοθεραπεία. Όσοι από αυτούς έχουν ακολουθήσει ψυχοθεραπευτική αγωγή, τη δέχονται πρόθυμα, προβάλλοντας λιγότερη αντίσταση από τους νέους.
Πολύ πιο εύκολα παραδέχονται ακόμη και δυσάρεστα ή αρνητικά γι’ αυτούς γεγονότα. Οι ίδιοι τους διαθέτουν μια ιδιαίτερη λεπτή ευαισθησία, που τους ομορφαίνει.
*Κλινικού Ψυχολόγου, Ψυχοπαθολόγου, Οικογενειακός –συζυγικός ψυχοθεραπευτής, μέλος της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας για την ψυχική υγεία (CWFMH), της διεθνούς ένωσης οικογενειακής θεραπείας (IFTA) και του διεθνούς συλλόγου ψυχοπαθολογίας και κλινικής ψυχολογίας (IAPC).